Η κρίση, οι επιπτώσεις της και οι προοπτικές για την Ευρώπη σήμερα, βρέθηκαν στο επίκεντρο του Συνεδρίου της Royal Bank of Scotland, στο Λονδίνο, οι εργασίες του οποίου άνοιξαν με ομιλία του Έλληνα πρώην πρωθυπουργού Γιώργου Παπανδρέου.
Αναφερόμενος στις γεωπολιτικές εξελίξεις ανατολικά και νότια της Ευρώπης, ο πρώην πρωθυπουργός τις συνέδεσε με τον τρόπο που η Ευρώπη αντιμετώπισε την δημοσιονομική κρίση, τονίζοντας πως ο τρόπος που αντιμετωπίζουμε ως Ευρώπη τα εσωτερικά μας ζητήματα, είχε αντίκτυπο και στις εξωτερικές μας σχέσεις. Υποστήριξε άλλωστε ότι απωλέσαμε έτσι, την ‘ήπια ισχύ’ της Ευρώπης και τη δυνατότητά μας να ανταποκριθούμε άμεσα και αποτελεσματικά στις εξελίξεις στην Ουκρανία και τη Μέση Ανατολή.
«Αντιμετωπίζοντας τα προβλήματά μας με ένα στενό, εθνικό ή εθνικιστικό τρόπο, αγνοώντας πως οι εξελίξεις γύρω μας, σύντομα θα επηρεάσουν τα πραγματικά μας εθνικά συμφέροντα», σημείωσε χαρακτηριστικά.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον είχε το κομμάτι της ομιλίας του Γιώργου Παπανδρέου, γύρω από τις εμπειρίες που πρέπει να έχει αποκομίσει η Ευρώπη από τη διαχείριση της κρίσης. Σε αυτές, συμπεριέλαβε τις εξής:
- Προτεραιότητα στις μεταρρυθμίσεις, όχι στη δογματική λιτότητα.
- Συλλογικές απαντήσεις ώστε να μετριάζουμε τις επιπτώσεις των κρίσεων. «Ο καθένας μόνος του, δεν γίνεται, πολύ περισσότερο σε περιβάλλον παγκοσμιοποίησης», υποστήριξε ο πρώην πρωθυπουργός.
- Δημιουργία ευρύτερων συναινέσεων για αλλαγές στις κοινωνίες μας. Αυτό βεβαίως, προϋποθέτει την ύπαρξη του απαραίτητου χρόνου.
Ιδιαίτερη και αναλυτική αναφορά, έκανε στα επιτεύγματα της προσπάθειας των Ελλήνων τα τελευταία χρόνια, επισημαίνοντας ότι, μπορούν και πρέπει όσοι λόγω και της κρίσης είχαν επιφυλάξεις έναντι της Ελλάδας, να την βλέπουν με εμπιστοσύνη.
Όσον αφορά, στο ερώτημα: «Που πάμε τώρα;», ο Γιώργος Παπανδρέου, παρατήρησε ότι στην Ευρώπη συνεχίζουν να υπάρχουν ανισορροπίες. Υποστηρίζοντας πως ένα κοινό νόμισμα δεν μπορεί να συνεχίσει να υπάρχει μέσα σε πολλαπλές αγορές ομολόγων, με διαφορετικά επιτόκια, δίχως μια κανονική τραπεζική ένωση και παρατηρώντας ότι η πραγματική οικονομία παραμένει στεγνή από την έλλειψη ρευστότητας, ο πρώην πρωθυπουργός υποστήριξε ότι η Κεντρική Ευρωπαϊκή Τράπεζα μπορεί να προχωρήσει σε μία ποσοτική χαλάρωση, αλλά ο μηχανισμός μετάδοσης αυτών των μέτρων είναι προβληματικός και οι διάφορες ευρωπαϊκές επιχειρήσεις εντός της Ευρωζώνης, δεν θα έχουν ενιαία επιτόκια. Ακόμα και οι ίδιες οι Τράπεζες, είναι πιθανό να κοιτάξουν περισσότερο το δικό τους ισοζύγιο παρά την δανειοδότηση επιχειρήσεων, παρατήρησε, ενώ δεν λησμόνησε να αναφερθεί στην ανεργία που παραμένει το μεγάλο εμπόδιο, όχι μόνο για τις κοινωνίες αλλά και τις ίδιες τις τράπεζες, οι οποίες είναι αντιμέτωπες με όλο και περισσότερα μη εξυπηρετούμενα δάνεια.
Απαντώντας στα ερωτήματα «Τι πρέπει να κάνουμε; Τι πρέπει να γίνει πλέον στην Ευρώπη;», ο Γιώργος Παπανδρέου σημείωσε πως «το τι πρέπει να γίνει, δεν είναι πλέον οικονομικό ζήτημα. Είναι πολιτικό. Και η πρόκληση είναι, αν είμαστε έτοιμοι να αποτελέσουμε μία πραγματική συλλογική δύναμη ή θα πορευτούμε ο καθένας μόνος του, χωρισμένοι σε δόγματα, θρησκείες και σύνορα.
σύμφωνα με τον πρώην πρωθυπουργό, η Ευρώπη θα μπορούσε και θα έπρεπε να είναι το μοντέλο μιας παγκόσμιας διακυβέρνησης και αντιμετώπισης κοινών απειλών. Παρά τις εθνοτικές και πολιτισμικές διαφορές βρήκε τρόπους συνεργασίας, μιας συνεργασίας βασισμένης σε αξίες και συμφέροντα που ξεπερνούσαν τα έθνη. «Βασιστήκαμε στο κοινό καλό», είπε. «Πρέπει σήμερα και πάλι να λάβουμε τολμηρές πολιτικές αποφάσεις».
Επιχειρώντας να δώσει απάντηση στο ερώτημα «Περισσότερη ή λιγότερη Ευρώπη;», δήλωσε ότι επιθυμεί περισσότερη Ευρώπη. «Επιθυμώ μια τραπεζική ένωση. Συντονισμό των δημοσιονομικών πολιτικών. Ευρωομόλογα για την αντιμετώπιση και των επιμέρους χρεών αλλά και την ανάπτυξη ιδιωτικών επενδύσεων. Η Ευρώπη μπορεί να γίνει υπόδειγμα Πράσινης Ανάπτυξης κι αυτό έχει τη δική του ξεχωριστή γεωπολιτική σημασία σήμερα. Χρειαζόμαστε συντονισμένη κοινωνική πολιτική για την ανεργία. Για παράδειγμα, ένα Erasmus για τους άνεργους. Χρειαζόμαστε κοινή Άμυνα – κοινό ευρωπαϊκό στρατό. Κοινή φορολογική πολιτική, αντιμετώπιση της φοροαποφυγής και φοροδιαφυγής», είπε, προειδοποιώντας όμως ότι δεν πρέπει να «τα φορτώσουμε όλα αυτά σε μία Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα», ούτε πρέπει η «περισσότερη Ευρώπη» να μεταφραστεί σε περισσότερη ισχύ στη γραφειοκρατία των Βρυξελλών ή σ’ ένα ευρωπαϊκό διευθυντήριο.
«Μπορούμε να έχουμε Δημοκρατία, πέρα από τα σύνορα.
Μπορούμε να είμαστε ξανά καινοτόμοι, δημιουργώντας έναν Ευρωπαϊκό «Δήμο» με κοινωνικό και πολιτικό χώρο για συμμετοχική δράση πέρα από σύνορα.
Γιατί όχι άμεση εκλογή του Προέδρου της ΕΕ από τους Ευρωπαίους πολίτες;
Γιατί όχι δημοψηφίσματα σε όλη την Ευρώπη;
Γιατί όχι κοινές πολιτικές μετανάστευσης, δίνοντας πανευρωπαϊκά δικαιώματα στους ανθρώπους αυτούς.
Γιατί όχι μια κοινή πολιτική ιθαγένειας;
Γιατί να μην χρησιμοποιήσουμε τις νέες τεχνολογίες για διαβούλευση πάνω στις πολιτικές μας;», ήταν κάποιες από τις προτάσεις του, δηλώνοντας ότι ξέρει πως πηγαίνει «κόντρα στο ρεύμα» με αυτά.
«Όμως, ή θα δράσουμε από κοινού και θα ενώσουμε δυνάμεις ή θα αντιμετωπίσουμε τη διάλυση του Ευρωπαϊκού μας οράματος. Από εμάς εξαρτάται», φέρεται ειπών.
Σε συνάντησή τους, χθες το απόγευμα, στο πλαίσιο του Συνεδρίου, ο Γιώργος Παπανδρέου και ο πρώην Πρωθυπουργός της Ιταλίας, Μάριο Μόντι, συζήτησαν ενώπιον των συμμετεχόντων τις προοπτικές για την Ευρώπη. Η συζήτηση έγινε, αφού είχαν γίνει γνωστές οι αποφάσεις της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και του Μάριο Ντράγκι, με τους δύο άνδρες να χαρακτηρίζουν θετικές τις αποφάσεις. Επισημάνθηκε ωστόσο, ότι θα μπορούσαν να έχουν ληφθεί πολύ νωρίτερα.
Ο Γιώργος Παπανδρέου, υποστήριξε επίσης - και ο Μάριο Μόντι εξέφρασε την συμφωνία του- ότι είναι αναγκαίο να συνοδευτούν από αποφάσεις που θα ενισχύουν μια κοινή πολιτική δημοσίων επενδύσεων, ιδιαιτέρως για την πράσινη - βιώσιμη ανάπτυξη, όπως για παράδειγμα στην ενέργεια, ώστε και να ενισχύεται η αποτελεσματικότητα των υποδομών για το κοινό καλό σε όλα τα μήκη και τα πλάτη της ΕΕ και να δημιουργούνται θέσεις εργασίας, κάτι που αποτελεί μείζον ζητούμενο και να καταστεί η Ευρώπη ανταγωνιστική εκεί που μπορεί να έχει την υπεροχή, έναντι των αναδυόμενων αγορών.
Αυτό το τελευταίο, χαιρετίστηκε ιδιαίτερως από τους συμμετέχοντες, καθώς οι επενδυτές που σήμερα προβληματίζονται λόγω του γενικότερου ασταθούς περιβάλλοντος, θα μπορούσαν να βρουν μια διέξοδο για τις επενδύσεις τους - κάτι που βεβαίως, θα σήμαινε πολλαπλά οφέλη για όλη την Ευρώπη.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου