Ο Πρόεδρος της Σοσιαλιστικής Διεθνούς, Γιώργος Α. Παπανδρέου, προήδρευσε στις εργασίες του Συμβουλίου της Σοσιαλιστικής Διεθνούς, που πραγματοποιήθηκαν στην έδρα των Ηνωμένων Εθνών, στη Γενεύη (12-13 Δεκεμβρίου), με τη συμμετοχή ηγετών και εκπροσώπων κομμάτων – μελών από ολόκληρο τον κόσμο, καθώς και εκπροσώπων διεθνών οργανισμών, συνδικαλιστικών οργανώσεων και δεξαμενών σκέψης...
Κεντρικό θέμα του Συμβουλίου ήταν οι τελευταίες εξελίξεις σε θέματα παγκόσμιας ασφάλειας και οι επιπτώσεις τους στην λειτουργία της δημοκρατίας. Ιδιαίτερη έμφαση δόθηκε στην κατάσταση στην ευρύτερη Μέση Ανατολή και στη ραγδαία αύξηση του αριθμού των προσφύγων.
Το Συμβούλιο άνοιξε με τις κεντρικές εισηγήσεις του Ύπατου Αρμοστή των Ηνωμένων Εθνών για τους Πρόσφυγες, Αντόνιο Γκουτιέρες και του Γενικού Διευθυντή των Ηνωμένων Εθνών στην Γενεύη, Μίκαελ Μίλλερ. Ακολούθησαν εισηγήσεις όλων των κομμάτων και οργανώσεων μελών της Σοσιαλιστικής Διεθνούς, που αγωνίζονται για την ειρήνη και τη δημοκρατία στη Συρία και είναι ενταγμένες στον αγώνα κατά του Ισλαμικού Κράτους.
Ο Πρόεδρος της Σοσιαλιστικής Διεθνούς, Γιώργος Α. Παπανδρέου, στην κεντρική ομιλία του είπε μεταξύ άλλων:
«Bλέπουμε σήμερα σε ολόκληρο τον κόσμο, τις συνέπειες της πολιτικής του φόβου καθώς και της πολιτικής της αγανάκτησης. Διαπιστώνουμε μία οπισθοδρόμηση προς τον συντηρητισμό. Μία άνοδο του εθνικισμού και την ενίσχυση της ξενοφοβίας και του φονταμεταλισμού.
Η αβεβαιότητα και η αστάθεια δημιουργούν ένα ισχυρό αίσθημα ανασφάλειας. Ένα αίσθημα, που πολιτικά σχήματα και ηγέτες εκμεταλλεύονται άλλοτε για να οδηγήσουν τα πράγματα προς τον ελιτισμό και άλλοτε προς την υιοθέτηση διάφορων θεωριών συνομωσίας και αναζήτησης εξιλαστήριων θυμάτων. Και στις δύο περιπτώσεις καλλιεργείται η νοσταλγία του αυταρχισμού. Μια τάση καταδίκης όλων των απόψεων που ξεφεύγουν απο τις κατεστημένες αντιλήψεις. Στοιχεία που τροφοδοτούν την πολιτική του φόβου.
Για κάποιους άλλους, η υποβάθμιση των κοινωνικών και οικονομικών συνθηκών, η συγκέντρωση του πλούτου, τα «diktat» (υπαγόρευση όρων) των αγορών, δίνουν την ευκαιρία να καλλιεργούν το θυμό. Ωθούν προς τη λογική της «ανυπακοής», της πόλωσης στην κοινωνία και τον λαϊκισμό. Είναι στοιχεία που τροφοδοτούν την πολιτική της αγανάκτησης και το μανιπουλάρισμα των πολιτών.
Εμείς, ως σοσιαλιστικά, σοσιαλδημοκρατικά και εργατικά κόμματα, μπορούμε να δούμε, πολύ περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη πολιτική οικογένεια, τους κινδύνους του λαϊκισμού. Αλλά και την ανάγκη της οργανωμένης παρουσίας των πολιτών με προτάσεις παραγωγικές και δημιουργικές, που ενώνουν και ενδυναμώνουν την κοινωνία και τους συμμετοχικούς δημοκρατικούς θεσμούς.
Δεν καλλιεργούμε τον ελιτισμό και αντιστεκόμαστε στις προσπάθειες χειραγώγησης της κοινής γνώμης με μη ρεαλιστικές υποσχέσεις. Είναι αλήθεια ότι, στο σημερινό κόσμο, η στάση αυτή είναι δύσκολη. Φέρνει ενίοτε απώλειες. Είναι όμως απαραίτητη και υπεύθυνη. Είναι η θέση όσων πιστεύουν ότι οι πολίτες δικαιούνται να γνωρίζουν. Ότι η παγκοσμιοποίηση μπορεί να εξανθρωπιστεί. Ότι οι αγορές μπορούν να χαλιναγωγηθούν, αν οι εκλεγμένες κυβερνήσεις αποκτήσουν την πρωτοβουλία των κινήσεων. Ότι η ανισότητα μπορεί να περιοριστεί εάν τα δικαιώματα συνοδεύονται από τις αντίστοιχες ευθύνες. Ότι οι συγκρούσεις θα μπορούσαν να προληφθούν ή να επιλυθούν, εάν δοθεί προτεραιότητα στην οικοδόμηση της ειρήνης.»
Κεντρικό θέμα του Συμβουλίου ήταν οι τελευταίες εξελίξεις σε θέματα παγκόσμιας ασφάλειας και οι επιπτώσεις τους στην λειτουργία της δημοκρατίας. Ιδιαίτερη έμφαση δόθηκε στην κατάσταση στην ευρύτερη Μέση Ανατολή και στη ραγδαία αύξηση του αριθμού των προσφύγων.
Το Συμβούλιο άνοιξε με τις κεντρικές εισηγήσεις του Ύπατου Αρμοστή των Ηνωμένων Εθνών για τους Πρόσφυγες, Αντόνιο Γκουτιέρες και του Γενικού Διευθυντή των Ηνωμένων Εθνών στην Γενεύη, Μίκαελ Μίλλερ. Ακολούθησαν εισηγήσεις όλων των κομμάτων και οργανώσεων μελών της Σοσιαλιστικής Διεθνούς, που αγωνίζονται για την ειρήνη και τη δημοκρατία στη Συρία και είναι ενταγμένες στον αγώνα κατά του Ισλαμικού Κράτους.
Ο Πρόεδρος της Σοσιαλιστικής Διεθνούς, Γιώργος Α. Παπανδρέου, στην κεντρική ομιλία του είπε μεταξύ άλλων:
«Bλέπουμε σήμερα σε ολόκληρο τον κόσμο, τις συνέπειες της πολιτικής του φόβου καθώς και της πολιτικής της αγανάκτησης. Διαπιστώνουμε μία οπισθοδρόμηση προς τον συντηρητισμό. Μία άνοδο του εθνικισμού και την ενίσχυση της ξενοφοβίας και του φονταμεταλισμού.
Η αβεβαιότητα και η αστάθεια δημιουργούν ένα ισχυρό αίσθημα ανασφάλειας. Ένα αίσθημα, που πολιτικά σχήματα και ηγέτες εκμεταλλεύονται άλλοτε για να οδηγήσουν τα πράγματα προς τον ελιτισμό και άλλοτε προς την υιοθέτηση διάφορων θεωριών συνομωσίας και αναζήτησης εξιλαστήριων θυμάτων. Και στις δύο περιπτώσεις καλλιεργείται η νοσταλγία του αυταρχισμού. Μια τάση καταδίκης όλων των απόψεων που ξεφεύγουν απο τις κατεστημένες αντιλήψεις. Στοιχεία που τροφοδοτούν την πολιτική του φόβου.
Για κάποιους άλλους, η υποβάθμιση των κοινωνικών και οικονομικών συνθηκών, η συγκέντρωση του πλούτου, τα «diktat» (υπαγόρευση όρων) των αγορών, δίνουν την ευκαιρία να καλλιεργούν το θυμό. Ωθούν προς τη λογική της «ανυπακοής», της πόλωσης στην κοινωνία και τον λαϊκισμό. Είναι στοιχεία που τροφοδοτούν την πολιτική της αγανάκτησης και το μανιπουλάρισμα των πολιτών.
Εμείς, ως σοσιαλιστικά, σοσιαλδημοκρατικά και εργατικά κόμματα, μπορούμε να δούμε, πολύ περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη πολιτική οικογένεια, τους κινδύνους του λαϊκισμού. Αλλά και την ανάγκη της οργανωμένης παρουσίας των πολιτών με προτάσεις παραγωγικές και δημιουργικές, που ενώνουν και ενδυναμώνουν την κοινωνία και τους συμμετοχικούς δημοκρατικούς θεσμούς.
Δεν καλλιεργούμε τον ελιτισμό και αντιστεκόμαστε στις προσπάθειες χειραγώγησης της κοινής γνώμης με μη ρεαλιστικές υποσχέσεις. Είναι αλήθεια ότι, στο σημερινό κόσμο, η στάση αυτή είναι δύσκολη. Φέρνει ενίοτε απώλειες. Είναι όμως απαραίτητη και υπεύθυνη. Είναι η θέση όσων πιστεύουν ότι οι πολίτες δικαιούνται να γνωρίζουν. Ότι η παγκοσμιοποίηση μπορεί να εξανθρωπιστεί. Ότι οι αγορές μπορούν να χαλιναγωγηθούν, αν οι εκλεγμένες κυβερνήσεις αποκτήσουν την πρωτοβουλία των κινήσεων. Ότι η ανισότητα μπορεί να περιοριστεί εάν τα δικαιώματα συνοδεύονται από τις αντίστοιχες ευθύνες. Ότι οι συγκρούσεις θα μπορούσαν να προληφθούν ή να επιλυθούν, εάν δοθεί προτεραιότητα στην οικοδόμηση της ειρήνης.»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου